Ο Μεγαρίτικος αμπελώνας, μέρος του Αττικού αμπελώνα, είναι άρρηκτα συνυφασμένος με την ιστορία του κρασιού, από εδώ ξεκίνησε κατά το μύθο η καλλιέργεια της αμπέλου κι από εδώ απλώθηκε σε όλη την Αρχαία Ελλάδα.

Πρόκειται για έναν ιστορικό αμπελώνα συνδεδεμένο με την ζωή μιας μυθικής πόλης, της Αθήνας. Γιατί ο αμπελώνας της Αττικής τροφοδοτούσε με τα κρασιά του την πόλη από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.

Σύμφωνα με τη μυθολογία, τα παιδιά του Διονύσου και της Αριάδνης, Στάφυλος και Οινοπίωνας, ήταν οι δημιουργοί του κρασιού. Κατά μια άλλη εκδοχή ο μεν Στάφυλος, βοσκός στο επάγγελμα, παρατήρησε ότι μια κατσίκα τρώγοντας τους καρπούς κάποιου φυτού γινόταν πιο εύθυμη και ζωηρή. Ο βασιλιάς Οινέας, δοκιμάζοντας το χυμό, αποφάσισε να δώσει στον καρπό το όνομα του βοσκού (Στάφυλος) – σταφύλι και στο χυμό το δικό του (Οινέας) – οίνος.  Επίσης, λέγεται ότι ο Διόνυσος είχε έναν πολύ καλό φίλο, τον Άμπελο, που τον βοηθούσε όταν ήταν μεθυσμένος. Όμως εκείνος πέθανε νέος και ο Δίας με παρότρυνση του Διονύσου τον μεταμόρφωσε σε φυτό. Όλες οι εκδοχές του μύθου σχετικά με την «ανακάλυψη» του οίνου συμφωνούν στο μέρος της ιστορίας που αφορά την καλλιέργεια του φυτού από τους ανθρώπους.

Μια φορά και έναν καιρό λοιπόν,  ο Διόνυσος επισκέφτηκε την Αττική και αποφάσισε ότι ο τόπος ήταν κατάλληλος για την αγαπημένη του άμπελο. Δίδαξε έτσι, την καλλιέργεια του αμπελιού και την παραγωγή οίνου στον Ικάριο, βασιλιά ενός δήμου της Αθήνας που τον φιλοξενούσε και που ίσως ήταν ο πρώτος άνθρωπος που γνώρισε αυτή την τέχνη. Ο Ικάριος με τη σειρά του άρχισε να γυρίζει από χωριό σε χωριό στην Αττική και να μοιράζει κρασί στους χωρικούς.

Από τότε έχουν περάσει πάνω από 3.000 χρόνια που το αμπέλι καλλιεργείται στη γη της Αττικής. Όλα τα ιερά και οι τόποι λατρείας είναι περιτριγυρισμένα ακόμα και σήμερα από αμπέλια. Οι αναφορές στον Αττικό Οίνο είναι διαχρονικές. Εξάλλου κρασί και σταφύλια αποτελούσαν πάντα ένα από τα σημαντικότερα προϊόντα της Αρχαίας Αθήνας. Οι αττικοί αμφορείς ταξίδευαν το κρασί στα πέρατα του κόσμου, ενώ κύλικες, κρατήρες και άλλα αγγεία μαρτυρούν την οινική ιστορία της πρωτεύουσας και συμβαδίζουν με την προφορική και γραπτή παράδοση που πέρασε από γενιά σε γενιά. Οι ήρωες του Ομήρου πίνουν οίνο από κρατήρες, ο Ησίοδος δίνει την σωστή αναλογία κράσεως –ένα μέρος οίνου προς τρία μέρη νερού-, ο Αλκαίος κι ο Ανακρέων υμνούν το κρασί στα συμποτικά τους ποιήματα, ο Πλάτωνας κι ο Ξενοφώντας το συζητούν στα ‘Συμπόσιά’ τους, ο Αθήναιος αναφέρει ονομαστούς οίνους της αρχαιότητας.

Η χώρα που λάτρεψε το Διόνυσο ήταν φυσικό να αναγάγει σε τέχνη τον οίνο, το δώρο του θεού στους ανθρώπους. Τέχνη η παραγωγή του, ο τρόπος πόσης, σπονδής, τέχνη η προστασία του οινεμπορίου, η βακχική ποίηση, η καταδίκη της μέθης.

Η έκταση του αμπελώνα ξεπερνά τα 65.000 στρέμματα και είναι πολλά τα οινοποιεία, που με σύγχρονα πλέον μέσα συνεχίζουν την μακραίωνη παράδοση. Τα εδάφη της Αττικής παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία. Είναι κυρίως ασβεστούχα και αργιλώδη και προέρχονται από προσχώσεις ποταμών και λιμνών. Δεν είναι ιδιαίτερα γόνιμα λόγω της χαμηλής περιεκτικότητας σε οργανικές ουσίες. Η Αττική όμως είχε πάντα ένα μεγάλο σύμμαχο, το κλίμα της. Καθώς περιβάλλεται από θάλασσα, οι ήπιοι χειμώνες, η μεγάλη ηλιοφάνεια – από τις μεγαλύτερες στον Ελλαδικό χώρο- τα μελτέμια και η θαλασσινή αύρα που κατεβάζουν τη θερμοκρασία το καλοκαίρι, διαμορφώνουν τις ιδανικές συνθήκες για αμπελοκαλλιέργεια.

Ως αμπελουργοί του σήμερα «σκάβουμε» τα ίδια αμπελοτόπια που φρόντιζαν κι οι πρόγονοί μας. Αυτά που προμήθευαν το κρασί στα ονομαστά συμπόσια των Αθηνών. Το κρασί και το αμπέλι είναι ταυτόσημα του ελληνικού πολιτισμού γιατί είναι συνυφασμένα με την κοινωνική ζωή των Αθηναίων, την ψυχαγωγία, την θρησκεία, τις τέχνες, το εμπόριο και τον πολιτισμό τους εν γένη.